-
1 προπαγάνδα
[пропаганда] ουσ. Θ. пропагандаΛεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > προπαγάνδα
-
2 пропаганда
η προπαγάνδα-ировать προπαγανδίζω, κάνω προπαγάνδαРусско-греческий словарь научных и технических терминов > пропаганда
-
3 агитация
-
4 агитировать
-
5 пропаганда
-
6 пропагандировать
-
7 агитация
агит||ацияж ἡ διαφώτιση [-ις], ἡ προπαγάνδα. -
8 антирелигиозный
антирелигиозныйприл ἀντιθρησκευτικός:\антирелигиозныйая пропаганда ἡ ἀντιθρησκευτική προπαγάνδα. -
9 пропаганда
пропагандаж ἡ προπαγάνδα \пропагандаи́ро-вать несов προπαγανδίζω. -
10 пропаганда
[πραπαγκάνντα] ουσ. Θ. προπαγάνδα -
11 пропаганда
[πραπαγκάνντα] ουσ θ προπαγάνδα -
12 агитация
-и θ.διαφώτιση προπαγάνδα. -
13 антирелигиозный
επ. βρ: -зен, -зна, -зно;αντιθρησκευτικός•-ая пропаганда αντίθρησκευτική προπαγάνδα.
-
14 интервенционистический
επ.της επέμβασης•-ая пропаганда προπαγάνδα επέμβασης.
-
15 культпроп
-а α.1. πολιτιστική προπαγάνδα.2. προπαγανδιστής πολιτιστικός. -
16 пропаганда
-ы θ.προπαγάνδα. -
17 распропагандировать
ρ.σ.μ. πείθω με την προπαγάνδα, με τη διαφώτιση.
См. также в других словарях:
προπαγάνδα — προπαγάνδα, η και προπαγάντα, η (λ. λατ.), προσπάθεια διάδοσης διάφορων ιδεών: Ανθελληνική προπαγάνδα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
προπαγάνδα — Βάση της π. είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, με τον οποίο ο προπαγανδιστής μεταδίδει στο κοινό μια πληροφορία με περισσότερο ή λιγότερο υποβλητική αξία. Οι τόσο γενικοί όμως αυτοί όροι δεν εξηγούν την… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
κοινή γνώμη — Σύγχρονος όρος, που πέρασε από την κοινωνιολογική ορολογία στην καθημερινή χρήση, για να χαρακτηρίσει την ομαδική συμμετοχή μιας κοινότητας (έθνους, πόλης) στα διεθνή γεγονότα, στα μεγάλα συμβάντα της επικαιρότητας, στις μεταβολές των ηθών και… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
αγκιτάτσια — Όρος που χρησιμοποιείται από τα μαρξιστικά κυρίως κόμματα. Προέρχεται από τη λατινική λέξη agitatio, που σημαίνει παρότρυνση. Η α. είναι η κινητοποίηση των μαζών με κατάλληλα συνθήματα, προκειμένου να επιτευχθούν ορισμένοι σκοποί μιας οργάνωσης ή … Dictionary of Greek
προπαγανδίζω — Ν 1. ενεργώ προπαγάνδα, προσπαθώ επίμονα με διάφορα μέσα να διαδώσω ιδέες, αρχές, αντιλήψεις 2. (σχετικά με προϊόντα) διαφημίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < προπαγάνδα. Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek
προπαγανδιστικός — ή, ό, Ν [προπαγανδίζω] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην προπαγάνδα ή που γίνεται για προπαγάνδα (α. «προπαγανδιστική εκδήλωση» β. «προπαγανδιστικά φυλλάδια») 2. φρ. «προπαγανδιστική τέχνη» τέχνη που χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει, να… … Dictionary of Greek
Konstantinos Plevris — Konstantinos A. Plevris ( gr. Κωνσταντίνος Α. Πλεύρης) is an attorney of law of the Greek Supreme Court and controversial Greek nationalist author. Over the course of decades he has authored dozens of books relating to Greek history, Greek… … Wikipedia
Nicola Matushi — (Greek: Νίκος/Νικόλαος Ματούση(ς); Samarina, Greece, 1898 Athens, after 1981) was an Aromanian lawyer, politician and Regent of Pindus. Nicola Matushi was born in Samarina in the Pindus mountains. He was a devoted Aromanian nationalist and from… … Wikipedia
Principality of Pindus and Voivodship of Macedonia — Infobox Former Country native name = Printsipat di la Pind Principato del Pindo conventional long name = Principality of the Pindus and the Voivodship of Macedonia common name = Pindus Macedonia continent = Europe region = Balkans country =… … Wikipedia